παίρνω , I get , prendere

Present (Ενεστώτας)

παίρνω/παίρνεις/παίρνει/ παίρνουμε/παίρνετε/παίρνουν(ε)

Imperfect (Παρατατικός)

έπαιρνα/έπαιρνες/έπαιρνε/ παίρναμε/παίρνατε/έπαιρναν, παίρναν(ε)

Aorist (Αόριστος)

πήρα/πήρες/πήρε/ πήραμε/πήρατε/πήραν(ε)

Present Perfect (Παρακείμενος)

έχω πάρει/έχεις πάρει/έχει πάρει/ έχουμε πάρει/έχετε πάρει/έχουν πάρει

Pluperfect (Υπερσυντέλικος)

είχα πάρει/είχες πάρει/είχε πάρει/ είχαμε πάρει/είχατε πάρει/είχαν πάρει/

Future Continuous (Εξακολουθητικός Μέλλοντας)

θα παίρνω/θα παίρνεις/θα παίρνει/ θα παίρνουμε/θα παίρνετε/θα παίρνουν(ε)

Future simple (Στιγμιαίος Μέλλοντας)

θα πάρω/θα πάρεις/θα πάρει/ θα πάρουμε/θα πάρετε/θα πάρουν(ε)

Future Perfect (Συντελεσμένος Μέλλοντας)

θα έχω πάρει/θα έχεις πάρει/θα έχει πάρει/ θα έχουμε πάρει/θα έχετε πάρει/θα έχουν πάρει

Conditional

θα έπαιρνα/θα έπαιρνες/θα έπαιρνε/ θα παίρναμε/θα παίρνατε/θα έπαιρναν, παίρναν(ε)

Subjunctive Present

να παίρνω/να παίρνεις/να παίρνει/ να παίρνουμε/να παίρνετε/να παίρνουν(ε)

Subjunctive Aorist

να πάρω/να πάρεις/να πάρει/ να πάρουμε/να πάρετε/να πάρουν(ε)

Subjunctive Perfect

να έχω πάρει/να έχεις πάρει/να έχει πάρει/ να έχουμε πάρει/να έχετε πάρει/να έχουν πάρει

Imperative Present

παίρνε/παίρνετε

Imperative Aorist

πάρε/πάρτε

Infinitive (Απαρέμφατο)

πάρει

Present Participle

παίρνοντας

Δεν υπάρχουν σχόλια:

You are learning Greek and need help with Greek verbs? The conjugation of Greek verbs isn't longer a problem, thanks to these pages.